Ο άμεσος και ουσιαστικός ψηφιακός εγγραμματισμός των πολιτών προϋποθέτει τη δημιουργία κατάλληλων δομών ψηφιακής υποστήριξης.
Στην προηγούμενη παρέμβασή μας αναφερθήκαμε στην ανάγκη αναμόρφωσης της ψηφιακής πολιτικής στη δημόσια διοίκηση ώστε να παράγονται πληροφοριακά συστήματα και υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας με προσανατολισμό στις ανοικτές τεχνολογίες και πρότυπα, σε αντίθεση με την προσέγγιση που έχει κατά κόρον ακολουθηθεί και καταλήγει σε κλειστά συστήματα υψηλού κόστους υλοποίησης, μειωμένης λειτουργικότητας και αξίας1. Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με τον ψηφιακό εγγραμματισμό που αποτελεί τον δεύτερο μεγάλο πυλώνα στον δρόμο για την ψηφιακή μετάβαση. Στη σημερινή εποχή για να επιτευχθεί η συμπερίληψη κάθε πολίτη στις δημοκρατικές συμμετοχικές διαδικασίες, απαιτείται όχι μόνο η γνώση του χειρισμού αλλά και η κατανόηση σε κάποιο βαθμό των ψηφιακών τεχνολογιών. Η επένδυση στην ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων κάθε πολίτη θα πρέπει να αποτελεί βασικό πυλώνα της στρατηγικής του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας αλλά και την επίτευξη δημοκρατικής, δίκαιης ανάπτυξης για κάθε πολίτη. Για τον λόγο αυτό και απαιτείται δια βίου ψηφιακός εγγραμματισμός με δημόσιο χαρακτήρα.
Ωστόσο η Ελλάδα βρίσκεται πολύ χαμηλά (25η μεταξύ των 27 χωρών) στους Ευρωπαϊκούς δείκτες σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες με βάση τον δείκτη DESI2. Η σαφής υστέρηση της χώρας διεφάνη τόσο στην περίοδο της πανδημίας, όσο και από την εφαρμογή ενός συνόλου πολιτικών ψηφιακής μετάβασης που δεν συνοδεύτηκαν από την αναγκαία επιμόρφωση των πολιτών. Για παράδειγμα, η εφαρμογή της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης ανέδειξε την επιτακτική ανάγκη ψηφιακού εγγραμματισμού για τους υγειονομικούς αλλά και τους τελικούς χρήστες της. Μία πολιτική ψηφιακής μετάβασης θα πρέπει να προϋποθέτει πάντοτε την προσβασιμότητα κάθε πολίτη και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με ένα κοινωνικό κράτος που θα παρέχει τις δομές υποστήριξης και εκπαίδευσης των πολιτών στις ψηφιακές υπηρεσίες.
Για να επιτευχθεί όμως ο ψηφιακός εγγραμματισμός βασική προϋπόθεση είναι η δημιουργία εργαλειοθηκών (toolkits) εφαρμογών για την ανάπτυξη ψηφιακού περιεχομένου που θα είναι εξατομικευμένες ανά ηλικία και εκπαιδευτική βαθμίδα. Μέχρι σήμερα λειτουργεί η Εθνική Ακαδημία Ψηφιακών Ικανοτήτων, η οποία συγκεντρώνει εκπαιδευτικό περιεχόμενο για τη βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων των πολιτών. Ωστόσο αδυνατεί να επιτύχει την επιτάχυνση του ψηφιακού εγγραμματισμού, ιδιαίτερα για τις ευάλωτες πληθυσμιακά ομάδες, οξύνοντας έτσι τις εκπαιδευτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Η Ακαδημία λειτουργεί έως τώρα ως ένα αποθετήριο διάσπαρτων μαθημάτων που έχουν αντληθεί από διάφορες πηγές και δεν αποτελούν μία συνεκτική πρόταση παροχής ψηφιακών δεξιοτήτων με βάση την ιδιότητα και το μαθησιακό επίπεδο των ενδιαφερομένων. Είναι πλήρως προσανατολισμένη στη λογική της ηγεσίας του Υπουργείου στο να κάνει κάτι άμεσα, για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά στερείται στρατηγικής και βασικών αρχών (π.χ. δεν παρέχει πιστοποίηση γνώσεων). Απαιτείται λοιπόν η αξιοποίηση και αναδιαμόρφωση του αποθετηρίου, ώστε να έχει χρηστική αξία και για ένα κοινό που δεν είναι ήδη εξοικειωμένο-υποψιασμένο στα ζητήματα της χρήσης ψηφιακών υπηρεσιών (π.χ. ευάλωτων ομάδων και πολιτών με μικρότερη εμπειρία στη χρήση ψηφιακών εργαλείων).
Σημαντικό έργο στο πεδίο της ψηφιακού εγγραμματισμού έχει γίνει από την Πορτογαλία στο πλαίσιο του “National Digital Competences Initiative e.2030, Portugal INCoDe.2030” (https://www.incode2030.gov.pt/en/). Η πρωτοβουλία INCoDe.2030 της Πορτογαλίας έχει ένα ευρύ πεδίο σε ό,τι αφορά την ψηφιακή μετάβαση, με κύρια έμφαση την προώθηση της ψηφιακής ένταξης και του ψηφιακού αλφαβητισμού, την εκπαίδευση των νέων γενεών από νεαρή ηλικία, την κατάρτιση του ενεργού πληθυσμού και την εξειδίκευση των αποφοίτων σε προηγμένες ψηφιακές θέσεις εργασίας, και εν τέλει τη μετατροπή της χώρας σε έναν υπολογίσιμο διεθνή συντελεστή στις νέες ψηφιακές εξελίξεις.
Ο άμεσος και ουσιαστικός ψηφιακός εγγραμματισμός των πολιτών προϋποθέτει τη δημιουργία κατάλληλων δομών ψηφιακής υποστήριξης. Στις δομές αυτές, τα λεγόμενα «σημεία πολίτη» (citizen Spots), με ευθύνη της Πολιτείας, θα καλλιεργούνται στοχευμένες δεξιότητες στους πολίτες για την αξιοποίηση των ψηφιακών δυνατοτήτων σε πλήρη εναρμόνιση με την ηλικιακή ομάδα τους και την προηγούμενη εξοικείωση που έχουν με την τεχνολογία. Κάτι ανάλογο έχει υλοποιήσει ήδη η Πορτογαλία, όπου εκεί λειτουργούν 700 citizen spots σε όλη τη χώρα. Εν αντιθέσει, στην Ελλάδα προκηρύχθηκε αντίστοιχο έργο για 30 ψηφιακές γωνίες με έμφαση σε μόλις δύο ηλικιακές ομάδες (65+ και 5-9 ετών) με σχεδιασμό να λειτουργούν συνολικά 6 ώρες την εβδομάδα. Η υποστήριξη των πολιτών και ο ψηφιακός τους εγγραμματισμός θα πρέπει να γίνεται καθολικά χωρίς ηλικιακούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς, αλλά και σε διευρυμένα ωράρια. Για την αύξηση και αρτιότερη οργάνωση τέτοιων spots μπορεί να αξιοποιηθεί και το δίκτυο των δημόσιων, σχολικών και δημοτικών βιβλιοθηκών.
Στον ίδιο άξονα μία άλλη σημαντική πρωτοβουλία είναι η δημιουργία κέντρων ψηφιακών δεξιοτήτων για τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας (φοιτητές, καθηγητές, εργαζόμενους). Σε χώρες του εξωτερικού για παράδειγμα αυτό συναντάται σε επίπεδο πανεπιστημίου με τη σύσταση ειδικών μονάδων για την παροχή βασικών γνώσεων σε ψηφιακές δεξιότητες. Είναι κεντρική επιλογή της Ευρώπης να εμπλακούν τα πανεπιστήμια δυναμικά στην ψηφιακή μετάβαση με σεβασμό στο περιβάλλον και την συμπερίληψη (https://digital-skills-jobs.europa.eu/en/latest/news/eu-launches-two-new-initiatives-foster-higher-education-sector). Μέσα από το πρόγραμμα Digital Europe Programme, η ευρωπαϊκή επιτροπή θα παράσχει υποστήριξη σε εξειδικευμένα προγράμματα εκπαίδευσης σε τεχνολογίες αιχμής και διαθεματικά μαθήματα στην τεχνητή νοημοσύνη, κυβερνοασφάλεια, μικροηλεκτρονική και υψηλής απόδοσης υπολογιστική. Δεδομένου λοιπόν ότι είναι Ευρωπαϊκή τάση τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα να ηγηθούν της ψηφιακής μετάβασης, πρέπει να ληφθεί εθνική πρωτοβουλία για τη σύσταση εθνικής ομάδας εργασίας εκπροσώπων από όλα τα πανεπιστήμια της χώρας με στόχο την κατάθεση προτάσεων για τα ζητήματα της βελτίωσης της θέσης της χώρας στο επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης δομήθηκε επίσης το Σχέδιο Δράσης για την ψηφιακή εκπαίδευση (2021-2027)3, το οποίο και τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης ψηφιακών δεξιοτήτων και μάλιστα από μικρή ακόμα ηλικία (Δράση 1-Δράση 3). Για την επίτευξη της ενίσχυσης αυτής θα πρέπει να παρέχεται στις σχολικές μονάδες ο κατάλληλος υλικοτεχνικός εξοπλισμός και οι υποδομές. Ενδεικτικά στην αρχή της τηλεκπαίδευσης μόλις το 8% των σχολείων διέθετε ψηφιακό περιβάλλον μάθησης ενώ για κάθε υπολογιστή που υπήρχε σε ένα σχολείο αντιστοιχούσαν 19 μαθητές. Είναι επιτακτική επιπλέον και η ανάγκη εκπαίδευσης καθηγητών και μαθητών σε ψηφιακές δεξιότητες, αφού για παράδειγμα κατά την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης οι καθηγητές ξεπερνούσαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν κυρίως αναζητώντας λύσεις στο διαδίκτυο ή ρωτώντας τρίτους (πχ συναδέλφους) ενώ διέθεταν επιπλέον του ωραρίου τους χρόνο για να επιλύσουν αντίστοιχα προβλήματα των μαθητών τους. Απαιτείται συνεπώς κατάλληλη και διαρκής κατάρτιση των εκπαιδευτικών ώστε οι δεξιότητες τους να εναρμονίζονται με τις ανάγκες της σύγχρονης ψηφιακής εποχής.
Παράλληλα η Ελλάδα είναι μέχρι και σήμερα μία από τις λίγες χώρες της ΕΕ που στο εκπαιδευτικό της σύστημα έχει την Πληροφορική ως υποχρεωτικό και ανεξάρτητο μάθημα και όχι ως αντικείμενο με εφαρμογές σε πληθώρα μαθημάτων όπως συμβαίνει για παράδειγμα στη Φινλανδία, τη Σουηδία, τη Γαλλία, την Ισπανία κ.α. Δεδομένου ότι οι ψηφιακές δεξιότητες είναι πλέον αναγκαίες στην καθημερινότητα, η καλλιέργεια τους στις πρώτες βαθμίδες εκπαίδευσης θα πρέπει να χωριστεί σε δύο επίπεδα. Αφενός απαιτείται η ανάπτυξη βασικών δεξιοτήτων αναγκαίων σε κάθε πολίτη σε σχέση με την ασφαλή πλοήγηση στο διαδίκτυο, τον πλαγιαρισμό ή τον αλφαβητισμό των ειδήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας η άνοδος στις ηλεκτρονικές απάτες είναι ραγδαία αφού σε σχέση με το 2019 έχουν αυξηθεί κατά 790% και 52% σε σχέση με το 2021, άνοδος που αναδεικνύει τις ελλείψεις που έχουμε σε βασικές ψηφιακές δεξιότητες και την ανάγκη του εγγραμματισμού. Συνεπώς απαιτείται η εκπαίδευση κάθε πολίτη από νεαρή ηλικία μέσα από κατάλληλες θεματικές σε διάφορα μαθήματα συνολικά στο σχολικό ωρολόγιο πρόγραμμα και στη συνέχεια της ζωής του με δια βίου επιμορφώσεις. Η δεύτερη κατηγορία δεξιοτήτων είναι οι προηγμένες που αφορούν τον προγραμματισμό, την τεχνητή νοημοσύνη κ.α. και οι μαθητές μπορούν να τις καλλιεργούν συνολικά μέσα από τα STEM μαθήματα ή από ένα ανεξάρτητο μάθημα Πληροφορικής. Ως πρώτο βήμα για μία τέτοια τροποποίηση στο εκπαιδευτικό σύστημα απαιτείται φυσικά η κατάλληλη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών για την δημιουργική ενσωμάτωση των ΤΠΕ στην διδασκαλία, ώστε να πετύχουμε την οριζόντια ενσωμάτωση των ΤΠΕ σε όλες τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.
Συνοψίζοντας οι θεσμικές παρεμβάσεις προτεραιότητας για τον καθολικό ψηφιακό εγγραμματισμό των πολιτών που προτείνονται είναι οι εξής:
- Κάθε ψηφιακή πολιτική να συνοδεύεται από τον κατάλληλο σχεδιασμό διαδικασίας εκπαίδευσης των πολιτών σε αυτή πριν και κατά την εφαρμογή της.
- Δια βίου εκπαίδευση των πολιτών στις βασικές ψηφιακές δεξιότητες.
- Δημιουργία εργαλείων και ψηφιακού περιεχομένου προσαρμοσμένων στις ανάγκες κάθε πολίτη.
- Σχεδιασμός και έναρξη λειτουργίας δομών για τη δια ζώσης υποστήριξη των πολιτών στις αυξανόμενες ψηφιακές ανάγκες.
- Σύσταση εθνικής ομάδας εργασίας για την επεξεργασία και κατάθεση προτάσεων για την καλλιέργεια ψηφιακών δεξιοτήτων των πολιτών.
1 https://www.efsyn.gr/politiki/antipoliteysi/388394_psifiaki-politiki-sti-dimosia-dioikisi
2 https://digital-strategy.ec.europa.eu/el/policies/desi
3 https://education.ec.europa.eu/focus-topics/digital-education/action-plan
*Καθ. Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής
**Μηχανικός Λογισμικού Ρομποτικών Συστημάτων
***Καθ. Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής
****Ερευνητής ΕΚ Αθηνά, μέλη της δεξαμενής σκέψης του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξη Τσίπρα
—
Πηγή άρθρου: efsyn.gr